Τσαμαγκίδης Ξενοφών του Α.
Εξέχουσα Προσωπικότητα
Γιατρός και πολιτικός. Άσκησε την ιατρική στη Ρεντίνα Καρδίτσας. Όσον αφορά το πατρώνυμό του, στις αποφάσεις του Ιατροσυνεδρίου αναγράφεται συντετμημένο ως «Α.», ενώ σε άλλη πηγή καταχωρείται ως «του Ιωάννου». Αναφέρεται επίσης ότι το παλαιό του επώνυμο ήταν Τσαμάγκος.
Γεννήθηκε στη Ρεντίνα ή το Θραψίμι Καρδίτσας, πιθανώς κατά το έτος 1849. Συμμετείχε μάλιστα στη θεσσαλική επανάσταση του έτους 1878 ως μέλος του αποσπάσματος του Κ. Τσάπαλου. Μετά την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας στην Ελλάδα, σε δύο συνεδριάσεις του Ιατροσυνεδρίου, στην έκτακτη της 6ης Οκτωβρίου του 1882 και στην τακτική της 22ας Νοεμβρίου του ίδιου έτους, το όργανο απεφάνθη ότι ο Ξενοφών Α. Τσαμαγκίδης πρέπει να προσκομίσει επιπλέον συμπληρωματικά έγγραφα.
Σε επόμενη συνεδρίαση του Ιατροσυνεδρίου που έλαβε χώρα στις 14 Φεβρουαρίου του 1883, το όργανο εξέτασε περίπτωση, στην οποία εμπλεκόταν και ο Ξ. Τσαμαγκίδης. Οι αρχές Τρικάλων και Καρδίτσας ενδιαφέρονταν για τη συχνότητα εμφανίσεως της νόσου «σπυρόκωλον» μεταξύ των κατοίκων των περιοχών αυτών. Έτσι, αρχικά εστάλη, από τον νομάρχη Τρικάλων, ο ιατρός Κασάλας για να εξετάσει κατοίκους στους οικισμούς της Καρδίτσας Θραψίμι, Παλιούρι και Άγιος Ιωάννης. Ο Κασάλας συνέταξε σχετική έκθεση τον Μάιο του 1992, στην οποία ανέφερε ότι διέγνωσε δύο μόνον νοσούντες, έναν στο Παλιούρι και έναν στον Άγιο Ιωάννη. Τον Νοέμβριο του 1882 εστάλη για τον ίδιο λόγο στην περιοχή από τον Έπαρχο ο γιατρός Ξ. Τσαμαγκίδης. Ο τελευταίος περιέγραψε εντελώς διαφορετική κατάσταση, δηλώνοντας ότι το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού του Θραψιμίου και της Πάπας (Μεσοχώρι Φθιώτιδας), της Γιαννιτσούς, καθώς και όλος ο πληθυσμός του Αγίου Ιωάννη έπασχαν από τη νόσο. Ανέφερε επίσης ότι και στα υπόλοιπα χωριά της Ρεντίνας η πλειονότητα των κατοίκων παρουσιάζει «σπυρόκωλον», ενώ και σε πολλά άλλα μέρη του θεσσαλικού κάμπου το νόσημα ταλαιπωρεί τον πληθυσμό. Το Ιατροσυνέδριο θεώρησε ότι αυτή η μεγάλη διαφορά της απόψεως των δύο ιατρών οφειλόταν πιθανώς στη διάγνωση «σπυροκώλου» από τον Τσαμαγκίδη και σε ασθενείς που φέρουν άλλα εξανθήματα, έκζεμα ή λύκο. Το όργανο απεφάνθη ότι, με τα ανωτέρω δεδομένα, δεν δύναται να αποφασίσει επί του παρόντος για τη διάδοση της νόσου στις προαναφερθείσες περιοχές και αναβάλλει να εκφέρει γνώμη μέχρι να διοριστεί εκεί επαρχιακός γιατρός.
Όσον αφορά την έκδοση αδείας ασκήσεως της Ιατρικής από το Ιατροσυνέδριο, φαίνεται ότι τελικά χορηγήθηκε στον Ξ. Τσαμαγκίδη λόγω της μακρόχρονης πρακτικής προϋπηρεσίας του σε «ἀνθρώπους καί ζῶα». Και αυτό παρά την μη προσκόμιση στο όργανο των συμπληρωματικών εγγράφων «σπουδῶν του, τά ὁποῖα δέν εἶχεν». Δεν είναι γνωστό εάν στην απόφαση αυτή έπαιξε ευνοϊκό ρόλο και η σημαντική πατριωτική του δράση. Αξιοσημείωτο είναι ακόμη ότι φαίνεται να έχαιρε ιδιαιτέρας εκτιμήσεως από τους συμπατριώτες του. Τοιουτοτρόπως, όταν ασχολήθηκε με τα κοινά, τον τίμησαν με την ψήφο τους. Εξελέγη τρις Δήμαρχος του Δήμου Μενελαΐδος, ήτοι το 1883, το 1887 και το 1891. Εξελέγη βουλευτής το έτος 1899.
Απεβίωσε το έτος 1902, σε ηλικία 53 περίπου ετών, κατά τη διάρκεια της βουλευτικής του θητείας. Το όνομά του, δεν βρέθηκε μεταξύ των εγγεγραμμένων μελών των ιατρικών θεσσαλικών συλλόγων.
Βιβλιογραφία
Αντωνίου Α. Αντώνη, Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Νεότερης Θεσσαλικής Ιστορίας, Αθήνα Μεταίχμιο 2018, σ. 473.
Δεσιμόνα Α. Νικόλαου, Η άσκηση της ιατρικής και οι γιατροί στο Θεσσαλικό χώρο (1881-1940), διδακτορική διατριβή, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας. Σχολή Επιστημών Υγείας. Τμήμα Ιατρικής, Λάρισα 2017, σ. 216.